εισπνοοθεραπεία

εισπνοοθεραπεία
Χορήγηση φαρμάκων με τη χρήση ειδικής συσκευής, μέσω της οποίας αυτά ψεκάζονται μέσα στις αεροφόρους οδούς, σε μορφή αιωρούμενων μορίων μεγέθους χιλιοστού του χιλιοστομέτρου. Έτσι, κατά την εισπνοή το φάρμακο μπορεί να φτάσει και στα πιο λεπτά τμήματα του αναπνευστικού συστήματος (κυψελίδες). Η χρήση της ε. συνιστάται στη θεραπευτική αγωγή του άσθματος, του κοκίτη και της βρογχίτιδας. Συσκευή εισπνοοθεραπείας: 1) συμπιεστής αέρα· 2) αγωγός αέρα που έχει συμπιεστεί· 3) ψεκαστήρας· 4) άνοιγμα για εισαγωγή φαρμάκου· 5) προσωπίδα.
* * *
η
θεραπεία με εισπνοές, απορρόφηση φαρμάκων από την αναπνευστική οδό.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • εισπνευστήριο — το ειδική αίθουσα σε ιαματικές πηγές όπου εφαρμόζεται εισπνοοθεραπεία. [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. εισπνευστήριον μαρτυρείται από το 1894 στον Μ. Αγγελόπουλο Αθάνατο] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”